→ Επανερχόμαστε, όπως είπαμε, στο θέμα των Θρησκευτικών. Ομότιτλο άρθρο μου στην εφημερίδα “Νέα Κρήτη” του Ηρακλείου (ηλεκτρονική έκδοση, 28/09/2015):
Η δήλωση της αναπληρώτριας Υπουργού Παιδείας ότι θα προωθήσει την απαλλαγή των μαθητών από το μάθημα των Θρησκευτικών με απλή υπεύθυνη δήλωση των κηδεμόνων τους, έβγαλε την ΟΛΜΕ από την ευεξήγητη υπνηλία της. Γιατί, η κατά τα άλλα λαλίστατη και πλήρως απούσα κατά το τρέχον έτος από τους αγώνες εναντίον του υπογεγραμμένου από τους συμπαθείς της εξουσιαστές και δια της αριστεράς των χειρός εξαγνισθέντος 3ου Μνημονίου ΟΛΜΕ, ενώ κατάπιε απνευστί την αυτοαξιολόγηση, την αξιολόγηση, τη μαθητεία, τις «βέλτιστες πρακτικές του ΟΟΣΑ» διέκοψε ξαφνικά την εύγλωττη σιωπή της για να ασχοληθεί με το θέμα. Θέλει οι μαθητές δια των κηδεμόνων τους να μην ζητείται να δηλώνουν αν είναι άθρησκοι, ετερόδοξοι ή ετερόθρησκοι, αλλά να ασκούν το δικαίωμά τους αυτό, κατ’ επίκληση των πεποιθήσεών τους και της θρησκευτικής τους συνείδησης καθώς και να δοθεί παράταση στο δικαίωμα δηλώσεων των απαλλαγών. Δώστε λοιπόν κι άλλο χρόνο. Ψάχνοντας όλο και κάποιο θέμα συνείδησης θα εμφανίζεται.
Σε ότι με αφορά, συμφωνώ με όσους υπενθυμίζουν ότι οι άνθρωποι αυτής της χώρας είναι ακόμα στη συντριπτική τους πλειονότητα χριστιανοί Ορθόδοξοι και ότι η Ορθοδοξία είναι συνυφασμένη με την ιστορία και τις παραδόσεις αυτού του τόπου. Είναι μία ιδεολογική θέση. Άλλοι όμως μπορούν να διαφωνούν και πολύ σωστά να παρατηρούν ότι είμαστε πλέον μία πολυπολιτισμική κοινωνία. Κάποιοι επίσης προβάλλουν την ανεξιθρησκία, που ούτως ή άλλως προστατεύεται από το Σύνταγμά μας, το οποίο όμως ως προμετωπίδα του έχει και το «εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος». Σπεύδω εδώ να πω ότι βεβαίως στο σχολείο και δεν επιτρέπεται κανενός είδους έμμεση ή άμεση κατήχηση, ούτε θρησκευτική ούτε κομματική. Σεβαστές οι πεποιθήσεις του καθενός. Και επειδή ακριβώς είναι οι πεποιθήσεις απότοκα εμπειριών και συναισθήματος, δεν προσφέρονται για θεωρητική (λογική δηλαδή) τεκμηρίωση εντός του συνόλου του προστατευτικού δικαιώματος που πρέπει να παρέχει κάθε ευνομούμενο κράτος στους πολίτες του. Το κάνουν οι νόμοι και τα δικαστήρια ως υπερασπιστές της δικαιοσύνης και της ισότητας. Που φαίνεται να αγνοεί ή να θέλει να παρακάμψει το Υπουργείο.
Η ΟΛΜΕ, για να επανέλθουμε, και σε παλαιότερη ανακοίνωσή της (16/09/2008) ζητούσε για το μάθημα των Θρησκευτικών «να διασφαλίζεται πλήρως η επιστημονική βάση και η αντικειμενικότητά του, δηλαδή να έχει χαρακτήρα θρησκειολογικό». Δεν ήξερα ότι οι σοφοί της ΟΛΜΕ κατάφεραν να απαντήσουν καταφατικά στο ερώτημα εάν η πίστη (ή έστω η θρησκεία) έχει επιστημονική βάση. Είναι σαφές πάντως ότι η ΟΛΜΕ θέλει στο μάθημα των «θρησκευτικών» να αντιμετωπίζονται εξίσου όλες οι θρησκείες. Δεν έχει κατά την ΟΛΜΕ βαρύνουσα σημασία τι είσαι, ή εν πάση περιπτώσει τι θεωρείται ότι είσαι. Μεγαλύτερη σημασία έχει τι δεν πρέπει να είσαι ή τι ευκαιριακά δηλώσουν οι άλλοι ότι δεν είναι. Ή τι δεν θέλουν κάποιοι άλλοι να είσαι. Ωραία, και γιατί να μην ισχύει για οποιοδήποτε άλλο μάθημα; Στην Ιστορία, ας πούμε, θα μπορούσε κάποιος (αλλοδαπός ή όχι) να θεωρεί ότι έχει πρόβλημα συνείδησης και ότι ασκείται προπαγάνδα εναντίον άλλων λαών με το να δίνεται τεράστιο βάρος στην ελληνική ιστορία. Να απαλλαγεί επομένως. Και τι να πούμε για τα θεωρητικά μαθήματα περί τα οικονομικά που προωθούν και προπαγανδίζουν τον καταραμένο καπιταλισμό και υπηρετούν το αχόρταγο κεφάλαιο; Μήπως, θα προσέθετε άλλος, και τα προσφερόμενα μαθήματα ξένων γλωσσών δεν προάγουν τη δυτική αντίληψη ζωής; Διαφωνώ, είναι θέμα συνείδησης, υπεύθυνη δήλωση επομένως και απαλλαγή αμέσως. Θα μπορούσα να συνεχίσω. Η επιχειρηματολογία αυτού του είδους όσο άχαρη είναι άλλο τόσο βλακώδης γίνεται.
Αλλού είναι το ζήτημα. Δεν κρίνω τις πραγματικές αιτίες για τις οποίες ζητείται η απαλλαγή από το μάθημα. Ούτε το περιεχόμενό του. Το οποίο κατά την κρίση, τις πεποιθήσεις και τα πιστεύω μου είναι γνωσιολογικού χαρακτήρα. Αλλού και με άλλο τρόπο γίνονται οι κατηχήσεις (και όχι μόνον οι θρησκευτικές…). Είναι οπωσδήποτε θέμα του πολίτη να κάνει χρήση σύννομου δικαιώματος. Είναι όμως και σαφές ότι ο νόμος πρέπει να υπερασπίζεται την ισότητα.
Ας κάνουμε λοιπόν μια υπόθεση εργασίας, με την υπενθύμιση ότι οι νόμοι είναι για να αντιμετωπίζουν και τις πιο ακραίες καταστάσεις. Έστω λοιπόν ότι σε ένα Λύκειο η πλειονότητα των μαθητών ζητά και παίρνει την πολυπόθητη απαλλαγή (γνωρίζουμε ότι στο Ηράκλειο μερικοί πάνε να το κάνουν μόδα…). Τότε ο σύλλογος των διδασκόντων θα πρέπει να κατανείμει τα παιδιά σε τάξεις για να παρακολουθούν την ώρα των Θρησκευτικών άλλα μαθήματα, όπως οι κανονισμοί ορίζουν. Και εάν τα τμήματα έχουν φτάσει ήδη στον ανώτατο δυνατό αριθμό μαθητών (συχνότατο φαινόμενο) ο Διευθυντής θα υποχρεωθεί να παρανομήσει, τσουβαλιάζοντας απροσδιόριστο αριθμό παιδιών σε αίθουσες, κατά παράβαση κάθε κανονισμού ασφάλειας και θέτοντας σε κίνδυνο τους πάντες σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης (σεισμός, φωτιά…). Ήδη όμως έχει παραβιαστεί βάναυσα η αρχή της ισότητας – για το εκπαιδευτικό κλίμα στην τάξη και τα επακόλουθα ας μη μιλήσουμε. Το σημαντικότερο είναι ότι η ομάδα των απαλλαγμένων μαθητών έχει ένα μάθημα λιγότερο στις εξετάσεις. Φοβάμαι ότι όλη η φασαρία συνήθως ή κυρίως γι’ αυτό γίνεται. Διδάσκονται τα παιδιά από την επίσημη πολιτεία το δικαίωμα στην αρχή της ήσσονος προσπάθειας. Κατανοητό, στον πνιγηρά εξετασιοκεντρικό μας σχολικό κόσμο. Από την άλλη, όσοι ζούμε τα πράγματα από μέσα γνωρίζουμε και τη μεγάλη αναστάτωση που προκαλείται στο πρόγραμμα του σχολείου.
Όσοι επομένως ημεδαποί εκ του πονηρού προβάλλουν ζητήματα συνείδησης, να γνωρίζουν ότι υπάρχουν και άλλες συνειδήσεις. Τιμιότερο θα ήταν να προτείνουν ώστε τα παιδιά που απαλλάσσονται να συγκροτούν ενδεχομένως τμήμα και να εξετάζονται σε ένα άλλο μάθημα, ιστορίας ή κοινωνιολογίας των θρησκειών ας πούμε. Να δούμε τότε πόσοι θα ζητούσαν απαλλαγή. Ή να προτείνουν κάτι ακόμα πιο τολμηρό: την πλήρη κατάργηση του μαθήματος των Θρησκευτικών εν ονόματι του Συντάγματος, αν θεωρούν ότι θα είναι για το καλό του τόπου. Η πολιτεία όμως σε κάθε περίπτωση οφείλει να νομοθετήσει με σαφήνεια και δικαιοσύνη (όσο κι αν τα μπέρδεψε από το 2008, ως μη όφειλε, ο τότε υπουργός Παιδείας Ε. Στυλιανίδης). Να έχουν το θάρρος και οι συνάδελφοι θεολόγοι να ξαναδούν το περιεχόμενο του μαθήματος. Εκτός εάν πραγματοποιείται σταδιακά η επιθυμία του κ. Τσίπρα, ο οποίος ως μαθητής το 1990 σε τηλεοπτική εκπομπή στην περί απουσιών παρατήρηση «δεν θα θέλατε δηλαδή οι γονείς να ξέρουν, αν πηγαίνετε ή όχι στο σχολείο» απάντησε με δημιουργική ασάφεια: «όχι ακριβώς, θα θέλαμε να είναι δικαίωμά μας να κρίνουμε αν κάποια ώρα θα θελήσουμε εμείς να λείψουμε απ’ το μάθημα».